Τίμαιος, Τόμος Β

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ XXI.

Τα ειρημένα 4 στερεά συνδυαζόμενα γεννώσι τα 4 στοιχειώδη σώματα. Η μεν γη σύγκειται εκ κύβων, το ύδωρ εξ εικοσαέδρων, ο αήρ εξ οκταέδρων και το πυρ εκ τριγωνικών πυραμίδων. Όθεν τα σωμάτια του πυρός είναι τα οξύτατα, τμητικώτατα, ευκινητότατα και κουφότατα σχετικώς προς τα των άλλων, τα της γης δε είναι τα μέγιστα, αμβλύτατα, βαρύτατα και δυσκινητότατα.

Εάν δε τις ταύτα πάντα ακριβώς αναλογιζόμενος απορή αν
πρέπη να λέγη ότι οι κόσμοι είναι άπειροι, ή ότι έχουσι πέρας,
το δόγμα ότι είναι άπειροι δύναται να το θεωρή αληθώς ότι εί-
Δ. | ναι γνώμη ανθρώπου απείρου (αμαθούς) εις πράγματα εις
τα οποία οφείλει να είναι έμπειρος. Αλλά, αν πρέπη να λέγη
ότι όντως ούτοι εγεννήθησαν είς ή πέντε, επιμείνας εις τούτο,
μάλλον ευλόγως δύναται να απορή. Η γνώμη όμως ημών είναι
ότι κατά πάντα ορθόν λόγον είς μόνος κόσμος εγεννήθη, άλλος
όμως αποβλέπων εις άλλα, θα έχη ίσως διάφορον γνώμην.
Αλλ' ας αφήσωμεν τούτον, και ας διανείμωμεν τα είδη, τα
οποία εύρομεν διά του λόγου, εις πυρ, γην, ύδωρ και αέρα. Και
εις την γην ας δώσωμεν το κυβικόν σχήμα, διότι αύτη είναι εκ
Ε. | των τεσσάρων ειδών η μάλλον ευκίνητος και εξ όλων των
σωμάτων η μάλλον εύπλαστος, και τοιούτο προ πάντων πρέπει
να είναι εκείνο, όπερ έχει τας βάσεις ασφαλεστάτας. Διότι εκ των
κατ' αρχάς υποτεθέντων τριγώνων φύσει ασφαλεστέρα είναι η
βάσις των εχόντων δύο πλευράς ίσας παρά την βάσιν των εχόν-
των αυτάς ανίσους, και εκ των επιφανειών, αίτινες αποτελούνται
εκ του ενός και εκ του άλλου, το ισόπλευρον τετράγωνον είναι
κατ' ανάγκην σταθερώτερον του ισοπλεύρου τριγώνου και κατά
τα μέρη και κατά το όλον. Διό αποδίδοντες τούτο εις την γην
56. | διατηρούμεν την πιθανότητα του λόγου· εις το ύδωρ δε
έπειτα (ας δώσωμεν) το σχήμα, όπερ εκ των υπολοίπων είναι το
μάλλον δυσκίνητον, εις δε το πυρ το ευκινητότατον πάντων, και
εις τον αέρα το μέσον σχήμα· και το σμικρότατον σώμα ας δώ-
σωμεν εις το πυρ, το μέγιστον εις το ύδωρ και το μέσον εις τον
αέρα, και ακόμη το μεν οξύτατον εις το πυρ, το δεύτερον (μετά
το πυρ) εις τον αέρα και το τρίτον εις το ύδωρ. Εξ όλων λοιπόν
Β. | τούτων το έχον τας ολιγωτέρας βάσεις αναγκαίως είναι το
μάλλον ευκίνητον, διότι εξ όλων είναι πανταχόθεν το μάλλον
κοπτικόν και οξύ, και προσέτι το ελαφρότατον, διότι αποτελείται
εξ ολιγίστου αριθμού των αυτών μερών· το δε ερχόμενον δεύτε-
ρον πρέπει να έχη τας αυτάς ιδιότητας εις δεύτερον βαθμόν,
και το τρίτον εις τρίτον βαθμόν. Λοιπόν συμφώνως με τον ορθόν
λόγον και τον πιθανόν, το στερεόν το λαβόν το σχήμα της πυ-
ραμίδος είναι το στοιχείον και το σπέρμα του πυρός, και το
δεύτερον κατά την γέννησιν (το κανονικόν οκτάεδρον) ας το εί-
πωμεν του αέρος, και το τρίτον (το κανονικόν εικοσάεδρον) του
ύδατος. Πάντα λοιπόν ταύτα πρέπει να τα συλλαμβάνωμεν με
C. | την διάνοιαν τόσον σμικρά, ώστε έν έκαστον εξ εκάστου εί-
δους μόνον μας είναι όλως αόρατον και όταν πολλά αυτών
συναθροισθώσιν εις έν τότε φαίνεται η μάζα αυτών. Και ως
προς τας αναλογίας εις τας ποσότητας και τας κινήσεις και
τας άλλας δυνάμεις πάσας πρέπει να νοώμεν ότι ο Θεός, καθ'
ίσον του φυσικού νόμου η ανάγκη εκουσίως και πειθομένη υπε-
χώρει εις αυτόν, κατά τόσον, αφού πανταχού ακριβώς τας απε-
τέλεσε, τας συνήρμοσε λογικώς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ XXII.

Μεταμορφώσεις των τεσσάρων στοιχειωδών σωμάτων εις άλληλα. Σωμάτιον ύδατος (20εδρον) δύναται να δώση δύο αέρος (8εδρα) και έν πυρός (4εδρον). Έν αέρος αποτελεί δύο πυρός κ.λ. Ανάπαλιν εκ πυρός γίνεται αήρ και εξ αέρος ύδωρ. Αι μεταμορφώσεις αύται φέρουσι μεταβολήν θέσεως. Εκ της μίξεως των στοιχείων γεννώνται τα διάφορα ορατά σώματα.

Εκ πάντων όσα προείπομεν περί των τεσσάρων ειδών τού-
των, ιδού πώς κατά μεγίστην πιθανότητα δύνανται να έχωσι
Δ. | ταύτα. Η γη ερχομένη εις συνάντησιν με το πυρ και διαλυ-
θείσα υπό της οξύτητος αυτού διασκορπίζεται, είτε διαλυομένη
τυχόν εις αυτό το πυρ είτε εις την μάζαν του αέρος είτε εις την
του ύδατος· έως ου τα μέρη αυτής τα τυχόν ευρεθέντα ομού εις
μέρος τι συναρμοσθώσι μεταξύ των και ούτω γίνη πάλιν γη.
Διότι βεβαίως δεν δύναταί ποτε η γη να μεταβή εις άλλο είδος.
Το ύδωρ όμως διαιρεθέν υπό του πυρός ή και υπό του αέρος,
δυνάμεθα να δεχθώμεν ότι γίνεται ανασυνιστώμενον(16) έν σώμα
πυρός και δύο αέρος. Ως προς τα τμήματα δε του αέρος, εξ ενός
Ε. | μέρους αυτών, όταν διαλυθή, δύνανται να γίνωσι δύο σώ-
ματα πυρός. Και ανάπαλιν, όταν ολίγον πυρ περιλαμβανόμενον
υπό πολλού αέρος ή ύδατος ή γης τινος, παρασυρόμενον υπό
της κινήσεως αυτών και νικηθέν εις την μάχην, θραυσθή, δύο
σώματα πυρός δύνανται να συντεθώσιν εις έν μόνον είδος αέρος·
και όταν ο αήρ νικηθή και κατακερματισθή, εκ δύο όλων και
ενός ημίσεος αυτού, αποτελεσθή έν όλον συμπαγές ύδατος. Τω
57. | όντι, ας εξετάσωμεν αυτά πάλιν κατά τον ακόλουθον τρό-
πον: Όταν έν είδος εκ των άλλων περιεχόμενων εντός του πυρός
κόπτηται υπ' αυτού διά της οξύτητος των γωνιών και των πλευ-
ρών του, μεταβαίνον ως προς την σύστασίν του εις την φύσιν
του πυρός παύει πλέον από του να κόπτηται. Διότι έκαστον εί-
δος, όμοιον ον και ταυτόν προς εαυτό, δεν είναι δυνατόν ούτε να
επιφέρη μεταβολήν ούτε να πάθη τι υπό είδους ίσου και ομοίου
προς αυτό(17). Εν όσω όμως έν είδος μεταβαίνει εις άλλο, και
ασθενέστερον ον μάχεται κατά ισχυροτέρου, δεν παύει από του
να διαλύηται. Αλλ' όταν τα μικρότερα είδη, ολίγα όντα, περι-
κλεισμένα εντός των μεγαλυτέρων, πολλών όντων σβύνωνται
θραυόμενα, εάν μεν θέλωσι να έλθωσιν εις το είδος του νικήσαν-
τος αυτά, παύουσιν από του να σβύνωνται και εκ του πυρός γί-
Β. | νεται αήρ, εκ δε του αέρος γίνεται ύδωρ. Αν όμως κινών-
ται κατ' αυτού (του ισχυροτέρου)(18) και αν έν από τα άλλα είδη
συνδραμόν συμπολεμή, δεν παύουσιν από του να διαλύωνται
πριν ή ολοσχερώς απωθούμενα και διαλελυμένα καταφύγωσιν
εις το είδος της φύσεώς των, ή αφού νικηθώσι και γίνωσιν εκ
πολλών έν μόνον πράγμα όμοιον προς το νικήσαν, μείνωσιν ίνα
κατοικώσι μετ' αυτού. Και βεβαίως διά τα παθήματα ταύτα έκα-
C. | στον των ειδών τούτων μεταβάλλει τόπον(19). Διότι ο (αρχικός)
όγκος εκάστου είδους είναι αποχωρισμένος των άλλων εις ιδιαίτε-
ρον τόπον ένεκα της κινήσεως του περιέχοντος αυτά χώρου, και
εκείνα, άπερ εκάστοτε γίνονται ανόμοια προς εαυτά, όμοια δε
προς άλλα, μεταφέρονται υπό του σεισμού εις τον τόπον εκείνων,
με τα οποία ήθελον ομοιωθή.
Όσα λοιπόν είναι άκρατα (απλά) και πρώτα σώματα όλα
έγιναν διά τοιούτων αιτίων. Ότι δε εις τα γένη αυτών άλλα
είδη εγεννήθησαν, τούτου την αιτίαν πρέπει ν' αποδώσωμεν
εις την σύστασιν εκάστου των δύο στοιχείων(20)· διότι, δι' εκάστην
Δ. | σύστασιν δεν παρήχθη κατ' αρχάς το τρίγωνον με έν μόνον
μέγεθος, αλλά έγιναν και μεγαλύτερα και μικρότερα, τοσαύτα δε
τον αριθμόν, όσα δύνανται να είναι τα είδη εις τα γένη(21). Τοιου-
τοτρόπως αναμιγνυόμενα ταύτα προς εαυτά και μεταξύ των είναι
άπειρα κατά την ποικιλίαν, της οποίας πρέπει να γίνωσι θεωροί
οι μέλλοντες να είπωσιν ορθά περί της φύσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ XXIII.
5 of 72
3 pages left
CONTENTS
Chapters
Highlights