ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΓ'.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΕ'.
Οι γενητοί θεοί πλάττουσι το σώμα εκ των τεσσάρων στοιχείων. Αλλ' η τροφή, την οποίαν αναγκάζεται τούτο να εισάγη και εξάγη, και άλλα αίτια φέρουσιν αλλοιώσεις και γίνονται κώλυμα εις τας λογικάς κινήσεις. Εκ τούτου η ανάγκη της παιδαγωγίας.
Και ότε ταύτα πάντα διέταξεν ο δημιουργός, έμενε κατά την
φύσιν αυτού εις το οικείον ήθος(107). Και ενώ έμενεν ούτω, τα τέ-
κνα νοήσαντα την διάταξιν του πατρός, υπήκουον εις αυτήν, και
λαβόντες την αθάνατον αρχήν του θνητού ζώου, μιμούμενοι τον
πατέρα αυτών, εδανείζοντο εκ του κόσμου, με τον σκοπόν να τα
αποδώσωσι πάλιν(108), μόρια πυρός και γης και ύδατος και αέρος,
43. | και όσα ελάμβανον τα συνεκόλλων όχι με εκείνους τους
αδιαλύτους δεσμούς με τους οποίους αυτοί συνεδέοντο, αλλά τα
συνέδεον με πυκνούς γόμφους, αοράτους ένεκα της σμικρότη-
τός των, και πλάττοντες εξ όλων τούτων των στοιχείων έκαστον
σώμα, έν όλον, τας περιφοράς (κύκλους) της αθανάτου ψυχής
συνέδεον εις σώμα πάσχον εισροάς και απορροάς (μορίων). Αι
περιφοραί δε, εις ποταμόν εξωγκωμένον βυθισθείσαι, ούτε ενίκων
Β. | αυτόν ούτε ενικώντο, αλλά βιαίως εσύροντο και έσυρον ώστε
το όλον ζωον εκινείτο, ατάκτως όμως και όπως έτυχε προχωρούν
και αλόγως, έχον όλας τας έξ κινήσεις· διότι έβαινε και εμ-
πρός και όπισθεν, και πάλιν δεξιά και αριστερά, και άνω και
κάτω, και πανταχού πλανώμενον κατά τους έξ τούτους τρόπους.
Τω όντι, ει και ήτο πολύ το ρεύμα το οποίον και επλημμύρει
και έρρεεν έξω του σώματος και το οποίον έδιδε την τροφήν,
ακόμη περισσότερον θόρυβον παρήγεν εκείνο το οποίον έκαστος
C. | έπασχεν από τα εξωτερικά συμβάντα, ότε το σώμα αυτού
ήθελε τύχει να προσκρούση εις πυρ ξένον ή ήθελε καταληφθή
υπό της στερεότητος της γης ή υπό υγράς ολισθήσεως του ύδα-
τος, ή υπό θυέλλης των άνεμων συρομένων υπό του αέρος, και
ότε υπό πάντων τούτων ωθούμεναι αι κινήσεις ήθελον διά του
σώματος εμπέσει εις την ψυχήν. Αι κινήσεις δε αύται και έπειτα
ωνομάσθησαν διά ταύτα και ακόμη και τώρα καλούνται αι-
σθήσεις όλαι. Και τω όντι πάραυτα και τότε αύται παράγουσαι
πλείστην και μεγίστην κίνησιν, και μετά του απαύστως ρέοντος
Δ. | ποταμού κινούσαι και σείουσαι σφοδρώς τους κύκλους της
ψυχής, τον μεν του ταυτού εντελώς έδεσαν, ρέουσαι εναντίον αυ-
τού, και τον ημπόδισαν να εξουσιάζη και να προχωρή, και τον
κύκλον πάλιν του ετέρου διετάραξαν ούτως, ώστε και τας τρεις
αποστάσεις του διπλασίου και τας τρεις του τριπλασίου και τα διά-
στήματα (μεσότητας) και τους δεσμούς του ενός και ημίσεος (1 1/2),
του ενός και ενός τρίτου (1 1/3) και του ενός και ενός ογδόου (1 1/8),
επειδή ούτοι και πρότερον δεν ήσαν εντελώς άλυτοι, ειμή υπό
Ε. | του συνδέσαντος αυτούς, έστρεψαν κατά πάσας τας στροφάς,
επέφερον δε παν είδος θλάσεως και φθοράς των κύκλων, καθ'
όσους εδύναντο τρόπους. Ούτως αι περιφοραί αύται (της ψυχής),
μόλις συνεχόμεναι μεταξύ των, εκινούντο μεν, αλλ' εκινούντο
αλόγως, άλλοτε εναντίαι, άλλοτε πλάγιαι και άλλοτε ύπτιαι. Ού-
τω, και όταν τις ανάποδα στηρίξας την κεφαλήν του, επί της γης,
τους δε πόδας υψώσας προς τα άνω, ευρίσκηται απέναντι άλλου,
τότε εις τοιαύτην κατάστασιν του πάσχοντος και του βλέποντος
αυτόν τα δεξιά μέρη του ενός φαίνονται αριστερά εις τον άλλον,
και τα αριστερά δεξιά αμοιβαίως. Το αυτό λοιπόν πάθος και
άλλα τοιαύτα πάσχουσαι σφοδρώς αι περιφοραί, όταν τύχη να
44. | συναντήσωσι πράγμα τι εξωτερικόν ανήκον εις την τάξιν
του ταυτού ή του ετέρου, τότε, λέγουσαι ότι αυτό είναι ταυτόν
προς τι και διάφορον άλλου(109) εναντίον της αληθείας, γίνονται
ψευδείς και ανόητοι, και ουδεμία υπάρχει πλέον μεταξύ αυ-
τών περιστροφή άρχουσα και κυβερνώσα τας άλλας. Αν δε πά-
λιν αισθήσεις τινές, ωθούμεναι έξωθεν, εισέλθωσι και παρασύ-
ρωσι μεθ' εαυτών όλην την ψυχήν, τότε αι περιφοραί, ενώ εξου-
σιάζονται(110), φαίνονται ότι εξουσιάζουσι. Και δι' όλα ταύτα τα
Β. | παθήματά της η ψυχή και τώρα, όπως απ' αρχής, γένεται
ανόητος ευθύς άμα δεθή εις θνητόν σώμα. Όταν όμως το ρεύμα
της αυξήσεως και της θρέψεως καταντά βαθμηδόν ολιγώτερον,
και οι κύκλοι πάλιν επιτυχόντες γαλήνην πορεύωνται την οδόν
αυτών, και γίνωνται κανονικώτεροι με την πρόοδον του χρόνου,
τότε πλέον αι τροχιαί κατευθυνόμεναι κατά την τάξιν (το σχήμα)
των κατ' ιδίαν κύκλων οίτινες κινούνται κατά φύσιν, τότε λέγου-
σαι ορθώς τα κατηγορήματα του ταυτού και του ετέρου κατορ-
θούσιν ώστε να γίνη συνετός ο έχων αυτάς. Αν δε και ορθή
C. | ανατροφή και παίδευσις επέλθη βοηθός είς τινα, ούτος απο-
φυγών την μεγίστην νόσον γίνεται ακέραιος και υγιής εντελώς.
Εάν όμως αμελήση, πορευθείς την οδόν της ζωής με χωλόν τον
πόδα, επιστρέφει εις τον Άδην χωρίς ουδέν να κατορθώση
και να κερδήση. Τούτο δε συμβαίνει ύστερον κατά τινα χρόνον.
Τώρα όμως πρέπει να εξετάσωμεν ακριβέστέρον τα προταθέντα
(ζητήματα) και προ πάντων περί της γενέσεως των σωμά-
των καθ' έκαστον μέλος αυτών, και περί της ψυχής, διά ποίας
αιτίας και προνοίας των θεών εγεννήθησαν, προσέχοντες εις το
Δ. | πιθανώτατον· ούτω και κατά ταύτα προχωρούντες πρέπει
να εξετάσωμεν(111).
φύσιν αυτού εις το οικείον ήθος(107). Και ενώ έμενεν ούτω, τα τέ-
κνα νοήσαντα την διάταξιν του πατρός, υπήκουον εις αυτήν, και
λαβόντες την αθάνατον αρχήν του θνητού ζώου, μιμούμενοι τον
πατέρα αυτών, εδανείζοντο εκ του κόσμου, με τον σκοπόν να τα
αποδώσωσι πάλιν(108), μόρια πυρός και γης και ύδατος και αέρος,
43. | και όσα ελάμβανον τα συνεκόλλων όχι με εκείνους τους
αδιαλύτους δεσμούς με τους οποίους αυτοί συνεδέοντο, αλλά τα
συνέδεον με πυκνούς γόμφους, αοράτους ένεκα της σμικρότη-
τός των, και πλάττοντες εξ όλων τούτων των στοιχείων έκαστον
σώμα, έν όλον, τας περιφοράς (κύκλους) της αθανάτου ψυχής
συνέδεον εις σώμα πάσχον εισροάς και απορροάς (μορίων). Αι
περιφοραί δε, εις ποταμόν εξωγκωμένον βυθισθείσαι, ούτε ενίκων
Β. | αυτόν ούτε ενικώντο, αλλά βιαίως εσύροντο και έσυρον ώστε
το όλον ζωον εκινείτο, ατάκτως όμως και όπως έτυχε προχωρούν
και αλόγως, έχον όλας τας έξ κινήσεις· διότι έβαινε και εμ-
πρός και όπισθεν, και πάλιν δεξιά και αριστερά, και άνω και
κάτω, και πανταχού πλανώμενον κατά τους έξ τούτους τρόπους.
Τω όντι, ει και ήτο πολύ το ρεύμα το οποίον και επλημμύρει
και έρρεεν έξω του σώματος και το οποίον έδιδε την τροφήν,
ακόμη περισσότερον θόρυβον παρήγεν εκείνο το οποίον έκαστος
C. | έπασχεν από τα εξωτερικά συμβάντα, ότε το σώμα αυτού
ήθελε τύχει να προσκρούση εις πυρ ξένον ή ήθελε καταληφθή
υπό της στερεότητος της γης ή υπό υγράς ολισθήσεως του ύδα-
τος, ή υπό θυέλλης των άνεμων συρομένων υπό του αέρος, και
ότε υπό πάντων τούτων ωθούμεναι αι κινήσεις ήθελον διά του
σώματος εμπέσει εις την ψυχήν. Αι κινήσεις δε αύται και έπειτα
ωνομάσθησαν διά ταύτα και ακόμη και τώρα καλούνται αι-
σθήσεις όλαι. Και τω όντι πάραυτα και τότε αύται παράγουσαι
πλείστην και μεγίστην κίνησιν, και μετά του απαύστως ρέοντος
Δ. | ποταμού κινούσαι και σείουσαι σφοδρώς τους κύκλους της
ψυχής, τον μεν του ταυτού εντελώς έδεσαν, ρέουσαι εναντίον αυ-
τού, και τον ημπόδισαν να εξουσιάζη και να προχωρή, και τον
κύκλον πάλιν του ετέρου διετάραξαν ούτως, ώστε και τας τρεις
αποστάσεις του διπλασίου και τας τρεις του τριπλασίου και τα διά-
στήματα (μεσότητας) και τους δεσμούς του ενός και ημίσεος (1 1/2),
του ενός και ενός τρίτου (1 1/3) και του ενός και ενός ογδόου (1 1/8),
επειδή ούτοι και πρότερον δεν ήσαν εντελώς άλυτοι, ειμή υπό
Ε. | του συνδέσαντος αυτούς, έστρεψαν κατά πάσας τας στροφάς,
επέφερον δε παν είδος θλάσεως και φθοράς των κύκλων, καθ'
όσους εδύναντο τρόπους. Ούτως αι περιφοραί αύται (της ψυχής),
μόλις συνεχόμεναι μεταξύ των, εκινούντο μεν, αλλ' εκινούντο
αλόγως, άλλοτε εναντίαι, άλλοτε πλάγιαι και άλλοτε ύπτιαι. Ού-
τω, και όταν τις ανάποδα στηρίξας την κεφαλήν του, επί της γης,
τους δε πόδας υψώσας προς τα άνω, ευρίσκηται απέναντι άλλου,
τότε εις τοιαύτην κατάστασιν του πάσχοντος και του βλέποντος
αυτόν τα δεξιά μέρη του ενός φαίνονται αριστερά εις τον άλλον,
και τα αριστερά δεξιά αμοιβαίως. Το αυτό λοιπόν πάθος και
άλλα τοιαύτα πάσχουσαι σφοδρώς αι περιφοραί, όταν τύχη να
44. | συναντήσωσι πράγμα τι εξωτερικόν ανήκον εις την τάξιν
του ταυτού ή του ετέρου, τότε, λέγουσαι ότι αυτό είναι ταυτόν
προς τι και διάφορον άλλου(109) εναντίον της αληθείας, γίνονται
ψευδείς και ανόητοι, και ουδεμία υπάρχει πλέον μεταξύ αυ-
τών περιστροφή άρχουσα και κυβερνώσα τας άλλας. Αν δε πά-
λιν αισθήσεις τινές, ωθούμεναι έξωθεν, εισέλθωσι και παρασύ-
ρωσι μεθ' εαυτών όλην την ψυχήν, τότε αι περιφοραί, ενώ εξου-
σιάζονται(110), φαίνονται ότι εξουσιάζουσι. Και δι' όλα ταύτα τα
Β. | παθήματά της η ψυχή και τώρα, όπως απ' αρχής, γένεται
ανόητος ευθύς άμα δεθή εις θνητόν σώμα. Όταν όμως το ρεύμα
της αυξήσεως και της θρέψεως καταντά βαθμηδόν ολιγώτερον,
και οι κύκλοι πάλιν επιτυχόντες γαλήνην πορεύωνται την οδόν
αυτών, και γίνωνται κανονικώτεροι με την πρόοδον του χρόνου,
τότε πλέον αι τροχιαί κατευθυνόμεναι κατά την τάξιν (το σχήμα)
των κατ' ιδίαν κύκλων οίτινες κινούνται κατά φύσιν, τότε λέγου-
σαι ορθώς τα κατηγορήματα του ταυτού και του ετέρου κατορ-
θούσιν ώστε να γίνη συνετός ο έχων αυτάς. Αν δε και ορθή
C. | ανατροφή και παίδευσις επέλθη βοηθός είς τινα, ούτος απο-
φυγών την μεγίστην νόσον γίνεται ακέραιος και υγιής εντελώς.
Εάν όμως αμελήση, πορευθείς την οδόν της ζωής με χωλόν τον
πόδα, επιστρέφει εις τον Άδην χωρίς ουδέν να κατορθώση
και να κερδήση. Τούτο δε συμβαίνει ύστερον κατά τινα χρόνον.
Τώρα όμως πρέπει να εξετάσωμεν ακριβέστέρον τα προταθέντα
(ζητήματα) και προ πάντων περί της γενέσεως των σωμά-
των καθ' έκαστον μέλος αυτών, και περί της ψυχής, διά ποίας
αιτίας και προνοίας των θεών εγεννήθησαν, προσέχοντες εις το
Δ. | πιθανώτατον· ούτω και κατά ταύτα προχωρούντες πρέπει
να εξετάσωμεν(111).
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΣΤ'.