ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ Ή ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΡΩΤΟΣ

ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΕΡΩΤΟΣ ΤΟΥ ΦΑΙΔΡΟΥ

Μέγας θεός είνε ο Έρως και θαυμαστός εις τε τους ανθρώπους και εις τους θεούς και δι' άλλους μεν πολλούς λόγους, αλλά προ παντός κατά την γένεσιν· διότι είνε ο πρεσβύτατος των θεών, και τούτο είνε πολλής τιμής άξιον. Απόδειξις δε της αρχαιότητός του είνε ότι γονείς του Έρωτος ούτε υπάρχουν ούτε αναφέρονται από κανένα, ούτε ποιητήν ούτε πεζόν, ο δε Ησίοδος λέγει ότι πρώτον μεν υπήρξε το χάος, έπειτα δε

    η ευρύστερνος Γη, των πάντων βάσις κεφαλής
    και αιωνία, και ο Έρως.

Κατά τον Ησίοδον λοιπόν μετά το χάος έγειναν τα δύο αυτά, η Γη και ο Έρως. Ο δε Παρμενίδης ως προς την Γένεσιν λέγει ότι

    πρώτιστον πάντων των θεών τον Έρωτα συνέλαβε.

Με τον Ησίοδον συμφωνεί προσέτι και ο Ακουσίλαος. Ούτω πολλαχόθεν ομολογείται ότι ο Έρως είνε ο πρεσβύτατος των θεών. Πρεσβύτατος δε ων είνε πρόξενος μεγίστων αγαθών εις ημάς. Εγώ τουλάχιστον δεν ευρίσκω άλλο μεγαλύτερον αγαθόν δι' ένα νέον από ένα εραστήν χρηστόν, και δι' ένα εραστήν από τον έρωτα προς ένα νέον. Διότι εκείνο που πρέπει να κυριαρχή δι' όλου του βίου εις τους ανθρώπους τους θέλοντας να ζήσουν καλώς, αυτό ούτε η συγγένεια, ούτε αι τιμαί, ούτε ο πλούτος, ούτε κανέν άλλο πράγμα ημπορεί να εμπνεύση τόσον όσον ο έρως — θέλω να ειπώ το αίσθημα της αισχύνης μεν διά τα αισχρά, της φιλοτιμίας δε προς τα καλά. Διότι χωρίς αυτά ούτε πόλις ούτε ιδιώτης είνε δυνατόν να κατορθώση έργα μεγάλα και καλά. Έχω δε πεποίθησιν ότι εάν εις ένα αγαπώντα άνδρα συνέβαινε να γείνη κατάδηλος καμμία αισχρά πράξις του ή να υποφέρη προσβολήν τινα εξ ανανδρίας χωρίς ν' αμυνθή, δεν θα ήτο τόσον ζωηρόν το ηθικόν του άλγος, ούτε υπό του πατρός αν ήθελε φωραθή ούτε υπό των φίλων ούτε υπό άλλου οποιουδήποτε, όσον θα ήτο αν ήθελε φωραθή υπό του αγαπωμένου νέου. Το αυτό βλέπομεν συμβαίνον και εις τον αγαπώμενον, ότι δηλαδή ιδιαιτέρως αισχύνεται τον εραστήν, αν ήθελε φωραθή παρεκτρεπόμενος. Εάν δε ήτο δυνατόν να γείνη τρόπος ώστε πόλις ή στρατόπεδον ν' αποτελήται υπό εραστών και αγαπωμένων, θα επετυγχάνετο η τελειοτέρα οργάνωσις και διοίκησις διά της αποχής από πάσαν κακήν πράξιν και της ευγενούς αμίλλης· και μαχόμενοι δε οι τοιούτοι, ημπορεί κανείς να ειπή ότι θα ενίκων, καίτοι ολίγοι, πάντας τους ανθρώπους. Διότι πολύ ολιγώτερον υπό τας όψεις του αγαπωμένου παρά κάθε άλλου θα ήτο δυνατόν ένας εραστής να καταλίπη την τάξιν του ή να πετάξη τα όπλα, και προ τούτου θα επροτίμα όχι ένα, αλλά πολλούς θανάτους, κανείς δε βέβαια δεν θα ήτο τόσον άνανδρος ώστε να εγκαταλείψη τον αγαπώμενον ή να μη τον βοηθήση κινδυνεύοντα, ένθεος γινόμενος προς αρετήν υπό του Έρωτος, εις τρόπον ώστε να είνε όμοιος προς τον εκ φύσεως ανδρειότατον. Και εκείνο που λέγει ο Όμηρος, ότι εις μερικούς ήρωας εμπνέει μένος ο θεός, τούτο ο Έρως κατορθώνει να γίνεται αυτομάτως εις τους ερώντας. Ούτω μόνον οι ερώντες θυσιάζουν ευχαρίστως την ζωήν των υπέρ του αγαπωμένου, και όχι μόνον οι άνδρες διότι είναι άνδρες, αλλά και αι γυναίκες. Τούτου δε τρανόν μαρτύριον εις τους Έλληνας παρέχει η θυγάτηρ του Πελίου Άλκηστις, μόνη αυτή προσφερθείσα ν' αποθάνη υπέρ του ανδρός της, μολονότι υπήρχον και πατήρ και μήτηρ αυτού, των οποίων όμως την στοργήν τόσον υπερέβαλεν, ώστε να τους αποδείξη τρόπον τινα ξένους προς τον υιόν αυτών και μόνον κατ' όνομα γεννήτορας. Και η θυσία αυτή τόσον μεγάλη πράξις εφάνη όχι μόνον εις τους ανθρώπους, αλλά και εις τους θεούς αυτούς, ώστε μολονότι πολλοί έκαμαν πολλάς και μεγάλας πράξεις, εν τούτοις εις πολύ ολίγους οι θεοί παρέσχον τοιαύτην αμοιβήν της πράξεως, ώστε να επιτρέψουν την απάνοδον της ψυχής εκ του Άδου, ενώ εις την ψυχήν εκείνης επέτρεψαν τούτο θαυμάσαντες την πράξίν της. Εκ τούτου καταφαίνεται ότι και οι θεοί αυτοί τον περί τον έρωτα ζήλον και αρετήν μεγάλως τιμούν. Ούτως εις τον Ορφέα τον υιόν του Οιάγρου δεν επέτρεψαν να φέρη εις τέλος τον σκοπόν του, αποπέμψαντες αυτόν εκ του Άδου, αφού του έδειξαν το φάσμα μόνον της γυναικός του διά την οποίαν επήγε, διότι εφάνη δειλός, ωσάν κιθαρωδός που ήτο, και δεν ετόλμησεν ν' αποθάνη ένεκα του έρωτος, αλλ' εμηχανεύθη να εισέλθη ζωντανός εις τον Άδην. Διά τούτο και τον ετιμώρησαν καταδικάσαντες αυτόν ν' αποθάνη υπό γυναικών. Εξ εναντίας τον υιόν της Θέτιδος Αχιλλέα ετίμησαν τοποθετήσαντες αυτόν εις τας νήσους των μακάρων, διότι ούτος, καίτοι γνωρίζων παρά της μητρός του ότι ήθελεν αποθάνει εάν εφόνευε τον Έκτορα, ενώ αν δεν τον εφόνευε θα επανήρχετο εις τον πατρικόν του οίκον όπου θ' απέθνησκε γηραιός, εν τούτοις ετόλμησε να προτιμήση όχι απλώς ν' αποθάνη υπέρ του εραστού αυτού Πατρόκλου βοηθών αυτόν, αλλά τελευτήσαντος τούτου, ν' αποθάνη κατόπιν αυτού εκδικών τον θάνατόν του. Διά τούτο και υπερθαυμάσαντες οι θεοί ιδιαιτέρως όλως ετίμησαν αυτόν, διότι τον εραστήν αυτού τόσον πολύ εξετίμα. Ο δε Αισχύλος φλυαρεί λέγων ότι ο Αχιλλεύς ήτον εραστής του Πατρόκλου, αφού ο πρώτος ήτον ωραιότερος όχι μόνον του Πατρόκλου, αλλά και όλων των ηρώων εν γένει, και αγένειος ακόμη, έπειτα δε και πολύ νεώτερος, όπως λέγει ο Όμηρος. Αλλ' οι θεοί, μολονότι μεγάλως τωόντι τιμούν την περί τον Έρωτα αρετήν, εν τούτοις περισσότερον θαυμάζουν και χαίρουν και αμείβουν όταν ο αγαπώμενος τον εραστήν αγαπά παρά όταν ο εραστής τον αγαπώμενον. Και τούτο διότι ο εραστής είνε κάτι θειότερον από τον αγαπώμενον, περικλείων τρόπον τινα ένα θεόν. Διά τούτο και ετίμησαν τον Αχιλλέα περισσότερον από την Άλκηστιν πέμψαντες αυτόν τιμητικώς εις τας νήσους των μακάρων. Συμπεραίνων λέγω ότι ο Έρως είνε εξ όλων των θεών ο πρεσβύτατος και ο σεβαστότατος και ο κυριώτατος προς απόκτησιν αρετής και ευδαιμονίας υπό των ανθρώπων και εφ' όσον ζουν και αφού αποθάνουν.

Τοιαύτα περίπου, κατά τον Αριστόδημρν, είπεν ο Φαίδρος· έπειτα δε από τούτον ωμίλησαν και μερικοί άλλοι, των οποίων όμως τους λόγους επαράτρεξε μη ενθυμούμενος, διά να μου αφηγηθή τον λόγον του Παυσανίου, όστις ωμίλησεν ως εξής·

ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΕΡΩΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΥΣΑΝΙΟΥ
27 of 85
2 pages left
CONTENTS
Chapters
Highlights